Ολυμπίασι

Ολυμπίασι
ὀλυμπίασι και ὀλυμπιάσι και ὀλυμπίαθι (Α)
επίρ. στην Ολυμπία.
[ΕΤΥΜΟΛ. Τοπική πτώση τού Ὀλυμπία με σημ. τοπικού επιρρ. (πρβλ. θύρασι, Μουνυχίασι)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Ὀλυμπίασι — Ὀλυμπίᾱσι , Ὀλυμπίασι Olympia indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ὀλυμπιάσι — Ὀλυμπιάς Olympian fem dat pl Ο)λυμπιάς Olympian fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πλαταιάσι — ή Πλαταιᾱσιν Α επίρρ. τοπ. στις Πλαταιές. [ΕΤΥΜΟΛ. Τοπική πτώση τού Πλαταιαί με σημ. τοπικού επιρρ. (πρβλ. Μουνυχίασι, Ολυμπίασι)] …   Dictionary of Greek

  • μουνυχίασι(ν) — (Α) επίρρ. στη Μουνυχία («ἡ ἐκκλησία μουνιχίασιν ἐν τῷ θεάτρῳ ἐγίγνετο», Λυσ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Τοπική πτώση τού Μουνυχία με σημ. τοπικού επιρρήματος (πρβλ. Ολυμπίασι)] …   Dictionary of Greek

  • πανηγυριστήριον — τὸ, Α τόπος όπου γίνονταν πανηγύρεις («ἐν τοῑς κοινοῑς τῆς Ἑλλάδος πανηγυριστηρίοις Ὀλυμπίασι καὶ Ἰσθμοῑ καὶ Νεμέᾳ», επιγρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < πανηγυρίζω + επίθημα τήριον (πρβλ. λογισ τήριον)] …   Dictionary of Greek

  • Ὀλυμπίασιν — Ὀλυμπίᾱσιν , Ὀλυμπίασι Olympia nu̱movable indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”